Συνδικαλιστές

Συνδικαλιστές

Προστασία της Συνδικαλιστικής ΔράσηςΠροστασία της Συνδικαλιστικής Δράσης στον Τόπο ΕργασίαςΠροστασία των Συνδικαλιστικών ΣτελεχώνΕξαιρέσεις από την Προστασία κατά της ΚαταγγελίαςΣυνδικαλιστικές ΆδειεςΚήρυξη Απεργίας

Κήρυξη Απεργίας

Επιστροφή

Γνωστοποίηση απεργίας και στάσεων εργασίας

Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 19 του Ν.1264/1982, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 91 του Ν.4808/2021, η απεργία αποτελεί δικαίωμα των εργαζομένων και ασκείται από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις είτε ως μέσο για τη διαφύλαξη και προαγωγή των οικονομικών, εργασιακών, συνδικαλιστικών και ασφαλιστικών συμφερόντων των εργαζομένων και ως εκδήλωση αλληλεγγύης για τους αυτούς σκοπούς, είτε ως εκδήλωση αλληλεγγύης εργαζομένων επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων που εξαρτώνται από πολυεθνικές εταιρίες προς εργαζομένους σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις ή στην έδρα της ίδιας πολυεθνικής εταιρείας, και εφόσον η έκβαση της απεργίας των τελευταίων θα έχει άμεσες επιπτώσεις στα οικονομικά ή εργασιακά συμφέροντα των πρώτων. Στη δεύτερη περίπτωση η απεργία κηρύσσεται μόνο από την πιο αντιπροσωπευτική τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση.

Για την άσκηση του δικαιώματος της απεργίας, συμπεριλαμβανομένων των ολιγόωρων στάσεων εργασίας, απαιτείται προειδοποίηση του εργοδότη ή της συνδικαλιστικής του οργάνωσης είκοσι τέσσερις (24) τουλάχιστον ώρες πριν από την πραγματοποίησή της. Η προειδοποίηση είναι έγγραφη, επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή στον εργοδότη ή τους εργοδότες που αφορά και περιλαμβάνει την ημέρα και ώρα έναρξης και τη διάρκεια της απεργίας, τη μορφή αυτής, τα αιτήματα της απεργίας και τους λόγους που τα θεμελιώνουν.

Σημειώνεται ότι για επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας (αρθ. 19, παρ. 2, Ν.1264/1982, όπως έχει τροποποιηθεί με αρθ. 92, Ν.4808/2021), η κήρυξη απεργίας δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί πριν περάσουν τέσσερις (4) πλήρεις ημέρες από τη γνωστοποίηση των αιτημάτων και των λόγων που τα θεμελιώνουν, με έγγραφο που κοινοποιείται με δικαστικό επιμελητή στον εργοδότη ή τους εργοδότες, στο Υπουργείο το οποίο ασκεί τη σχετική εποπτεία και στο Υπουργείο Εργασίας (αρθ. 20, παρ.2, Ν.1264/1982). Πρόσθετη υποχρέωση πριν την πραγματοποίηση της απεργίας, αποτελεί η προηγούμενη κατάθεση αιτήματος διεξαγωγής δημοσίου διαλόγου ενώπιον του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ.Δ.), από τις αρμόδιες συνδικαλιστικές οργανώσεις που κηρύσσουν την απεργία ή την ολιγόωρη στάση εργασίας, σύμφωνα με το οριζόμενα στο άρθρο 3 του Ν.2224/1994, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 94 του Ν.4808/2021. Όσο διαρκεί ο δημόσιος διάλογος, αναστέλλεται η άσκηση του δικαιώματος της απεργίας και απαγορεύεται η άσκηση αγωγής ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων για θέματα σχετικά με την εν λόγω απεργία.

 

Προσωπικό Ασφαλείας και Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας

Με το άρθρο 21 του Ν.1264/1982, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 95 του Ν.4808/2021, προβλέπεται η υποχρέωση της συνδικαλιστικής οργάνωσης, η οποία κηρύσσει την απεργία, να διαθέτει κατά τη διάρκειά της το αναγκαίο Προσωπικό Ασφαλείας για την ασφάλεια των εγκαταστάσεων της επιχείρησης και την πρόληψη καταστροφών και ατυχημάτων. Περαιτέρω, για τις επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφελείας (αρθ. 19, παρ. 2, Ν.1264/1982, όπως έχει τροποποιηθεί με αρθ. 92, Ν.4808/2021), πέραν του προσωπικού ασφαλείας διατίθεται και Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας, για την αντιμετώπιση στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου κατά τη διάρκεια της απεργίας. Οι στοιχειώδεις αυτές ανάγκες ορίζονται ως τουλάχιστον το ένα τρίτο (1/3) της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας. Ως εκ τούτου, το ποσοστό του Προσωπικού Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας που θα συμφωνηθεί, δεν μπορεί να είναι μικρότερο του ως άνω οριζόμενου (αριθ. 62587/2021 Εγκύκλιος Υπουργείου Εργασίας).

Ειδικότερα, η συνδικαλιστική οργάνωση που κήρυξε την απεργία γνωστοποιεί εγγράφως στον εργοδότη, με έγγραφο που επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή πριν από την έναρξη της απεργίας, τα ονόματα των εργαζομένων που θα παρέχουν τις υπηρεσίες τους ως Προσωπικό Ασφαλείας και, αν απαιτείται, ως Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας. Το προσωπικό καθορίζεται με ειδική συμφωνία μεταξύ της πιο αντιπροσωπευτικής συνδικαλιστικής οργάνωσης της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης και του εργοδότη, με απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών. Η συμφωνία ισχύει για ολόκληρο το ημερολογιακό έτος που ακολουθεί και, σε περίπτωση μη καταγγελίας ή τροποποίησής της, ισχύει και για τα επόμενα ημερολογιακά έτη (αρθ. 21, παρ. 4-9, Ν.1264/1982).

Πάντως, δεν επιτρέπεται η κήρυξη απεργίας χωρίς να έχει προηγουμένως καθοριστεί το Προσωπικό Ασφαλείας και, όπου απαιτείται, το Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας, ή χωρίς να τεθεί πραγματικά στη διάθεση του εργοδότη το συγκεκριμένο προσωπικό με ευθύνη της συνδικαλιστικής οργάνωσης που κηρύσσει την απεργία, το οποίο υπόκειται στο διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη (αρθ. 21, παρ. 10, Ν.1264/1982)

 

Προστασία δικαιώματος στην εργασία

Με το άρθρο 93 του Ν.4808/2021, εισάγεται νέα υποχρέωση για όλες τις συνδικαλιστικές οργανώσεις που κηρύσσουν απεργία, σε σχέση με τους εργαζόμενους που δεν συμμετέχουν στην απεργία. Πιο συγκεκριμένα, η συνδικαλιστική οργάνωση που κηρύσσει απεργία υποχρεούται να προστατεύει το δικαίωμα των εργαζομένων, οι οποίοι δεν συμμετέχουν στην απεργία, ώστε να προσέρχονται και να αποχωρούν ελεύθερα και ανεμπόδιστα από την εργασία τους και να παρέχουν αυτήν χωρίς εμπόδιο και ιδίως χωρίς την άσκηση σωματικής ή ψυχολογικής βίας σε βάρος τους από οιονδήποτε.

Σε περίπτωση παραβίασης της υποχρέωσης αυτής, η απεργία μπορεί να διακοπεί με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της συνδικαλιστικής οργάνωσης που έχει κηρύξει την απεργία, κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 22 του Ν.1264/1982, όπως έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 95 του Ν.4808/2021. Στην περίπτωση αυτή, για την κήρυξη νέας απεργίας απαιτείται η τήρηση όλων των διατυπώσεων του άρθρου 20 του Ν.1264/1982 και της προθεσμίας της παρ. 1 του άρθρου 19 ή της παρ. 2 του άρθρου 20 του Ν.1264/1982, κατά περίπτωση.

Επιπρόσθετα, προβλέπεται ότι η υπαίτια παραβίαση της ανωτέρω υποχρέωσης γεννά αστική ευθύνη της αρμόδιας συνδικαλιστικής οργάνωσης και των υπαίτιων μελών του διοικητικού της συμβουλίου.

Μετάβαση στο περιεχόμενο